Φασις

Φασις
    Φᾶσις
    I
    -ιδος ὅ (dat. ιδι и ει - ион. ι) Фасид
    1) сын Гелиоса, отец Колха Plut.
    2) река в Колхиде, ныне Рион Hes., Pind., Aesch., Soph.
    3) верхнее течение римск. Ἀράξης в Армении Xen.
    II
    -ιδος ἥ Фасида (город в устье римск. Фасид в Колхиде) Arst.

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Смотреть что такое "Φασις" в других словарях:

  • Φάσις — denunciation fem nom sg Φά̱σῑς , Φᾶσις the river Phasis masc acc pl (epic doric ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Φᾶσις — the river Phasis masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φάσις — φάσῑς , φάσις 1 denunciation fem acc pl (epic doric ionic aeolic) φάσις 1 denunciation fem nom sg φάσῑς , φάσις 2 utterance fem acc pl (epic doric ionic aeolic) φάσις 2 utterance fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Φάσις — Όνομα ποταμού που αναφέρεται στην αρχαιότητα. Βρισκόταν στην Κολχίδα, πήγαζε από τα Μοσχικά όρη και χυνόταν στον Εύξεινο Πόντο. Την εποχή του Βυζαντίου ήταν γνωστός με την ονομασία Ρέων. Ο ποταμός ταυτίζεται με τον σημερινό Ριόν. Οι αρχαίοι τον… …   Dictionary of Greek

  • φάσις — Όνομα ποταμού που αναφέρεται στην αρχαιότητα. Βρισκόταν στην Κολχίδα, πήγαζε από τα Μοσχικά όρη και χυνόταν στον Εύξεινο Πόντο. Την εποχή του Βυζαντίου ήταν γνωστός με την ονομασία Ρέων. Ο ποταμός ταυτίζεται με τον σημερινό Ριόν. Οι αρχαίοι τον… …   Dictionary of Greek

  • φάσει — φάσις 1 denunciation fem nom/voc/acc dual (attic epic) φάσεϊ , φάσις 1 denunciation fem dat sg (epic) φάσις 1 denunciation fem dat sg (attic ionic) φάσις 2 utterance fem nom/voc/acc dual (attic epic) φάσεϊ , φάσις 2 utterance fem dat sg (epic)… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φάσεις — φάσις 1 denunciation fem nom/voc pl (attic epic) φάσις 1 denunciation fem nom/acc pl (attic) φάσις 2 utterance fem nom/voc pl (attic epic) φάσις 2 utterance fem nom/acc pl (attic) φά̱σεις , φημί Spir. Prooem. aor subj act 2nd sg (epic doric)… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φάσι — φάσις 1 denunciation fem voc sg φάσῑ , φάσις 1 denunciation fem dat sg (epic doric ionic aeolic) φάσις 2 utterance fem voc sg φάσῑ , φάσις 2 utterance fem dat sg (epic doric ionic aeolic) φᾱσι , φημί Spir. Prooem. pres ind act 3rd pl φᾱσι ,… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φάσεσι — φάσις 1 denunciation fem dat pl φάσις 2 utterance fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φάσεσιν — φάσις 1 denunciation fem dat pl φάσις 2 utterance fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Φάσι — Φάσις denunciation fem voc sg Φά̱σῑ , Φᾶσις the river Phasis masc dat sg (epic doric ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»